οἰωνοσκοπῶ

οἰωνοσκοπῶ
οἰωνοσκοπέω
take auguries
pres subj act 1st sg (attic epic doric)
οἰωνοσκοπέω
take auguries
pres ind act 1st sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • οιωνοσκοπώ — οιωνοσκοπῶ, έω (Α) [οιωνοσκόπος] προφητεύω το μέλλον παρατηρώντας και μελετώντας τους οιωνούς …   Dictionary of Greek

  • οἰωνοσκόπῳ — οἰωνόσκοπος augur masc dat sg οἰωνοσκόπος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επεξοιωνίζομαι — ἐπεξοιωνίζομαι (Α) οιωνοσκοπώ και πάλι. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + εξοιωνίζομαι (< οιωνός) «αποφεύγω ως κακό οιωνό»] …   Dictionary of Greek

  • οιωνοσκοπητικός — οἰωνοσκοπητικός, ή, όν (Α) [οιωνοσκοπώ] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον οιωνοσκόπο 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ οἰωνοσκοπητική η τέχνη τού οιωνοσκόπου, η παρατήρηση τών οιωνών για την πρόβλεψη τού μέλλοντος …   Dictionary of Greek

  • οιωνοσκόπημα — οἰωνοσκόπημα, τὸ (Α) [οιωνοσκοπώ] πρόβλεψη τού μέλλοντος με την παρατήρηση τών οιωνών …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”